Από τον Wittgenstein στον Schoenberg και τον Messiaen: Η Ερμηνεία του Ανείπωτου

Η περίφημη φράση του Ludwig Wittgenstein «Για ό,τι δεν μπορούμε να μιλάμε, πρέπει να σωπαίνουμε» μοιάζει να θέτει ένα οριστικό όριο στην ανθρώπινη γλώσσα. Μια ερμηνεία της τη βλέπει ως φιλοσοφική ταπεινοφροσύνη, μια άλλη όμως ως δογματική παραίτηση. Όμως, η ίδια η γλώσσα –ιδίως η γλώσσα της τέχνης– αντιστέκεται σε αυτό το όριο.

Η σιωπή μπορεί να είναι στάση στοχασμού ή πένθους, όμως η αληθινή πνευματικότητα γεννιέται μέσα από την ερμηνεία. Η παράδοση της δυτικής σκέψης, από τη βιβλική θεολογία μέχρι τη μουσική του 20ού αιώνα, διδάσκει ότι το ανείπωτο δεν είναι τόπος σιωπής, αλλά τόπος συμβολικών πράξεων και μεταφορών.

Ο Παύλος και η Αινιγματική Γλώσσα

Ο Απόστολος Παύλος, στην Α΄ Κορινθίους (13:12), γράφει:

Βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι

Αν ο Παύλος δεχόταν το δόγμα της σιωπής, δεν θα έγραφε τίποτα. Όμως ο λόγος του δεν παραιτείται. Αντιθέτως, προσεγγίζει το μυστήριο με λεκτικές απορίες, πεποιθήσεις και εικόνες. Η γλώσσα δεν αποκαλύπτει το θείο αλλά το υπονοεί – και ακριβώς σε αυτή την υπόνοια γεννιέται το νόημα.

Από τον Schoenberg στον Messiaen

Στη μουσική του Arnold Schoenberg και του Olivier Messiaen, συναντούμε μια παρόμοια πρακτική. Ο Schoenberg, με τις ατονικές του συνθέσεις, δεν καταργεί τη μουσική γλώσσα αλλά την επανανοηματοδοτεί. Το ίδιο κάνει ο Messiaen, χρησιμοποιώντας κώδικες πίστης, πουλιά και χρώματα ως μεταφυσικές παραβολές.

Η μουσική αυτών των συνθετών είναι ερμηνεία του ανείπωτου – ένας τρόπος να μιλήσουμε για το μυστήριο χωρίς να το περιγράψουμε.

Η Γλώσσα ως Γέφυρα

Η αλήθεια βρίσκεται ανάμεσα στη σιωπή και στην περιγραφή. Εκεί όπου η γλώσσα αδυνατεί, η τέχνη αρχίζει να μιλάει. Η γλώσσα –είτε φιλοσοφική, είτε μουσική– δεν είναι ποτέ μόνο εργαλείο, αλλά γέφυρα ανάμεσα στο ανθρώπινο και στο θείο.

Στον πυρήνα αυτής της αντίληψης βρίσκεται η ερμηνευτική παράδοση, από τον Παύλο έως τον Paul Ricoeur. Η ερμηνεία δεν προσπαθεί να λύσει το μυστήριο, αλλά να το φωτίσει μέσα από σύμβολα, αρμονίες και αινίγματα.

Η γλώσσα δεν αποδομείται, όπως ήθελε ο Derrida, ούτε σωπαίνει, όπως πρότεινε ο Wittgenstein. Η γλώσσα ερμηνεύει. Και σε αυτή την ερμηνεία, η μουσική κατέχει μια μοναδική θέση ως η πιο καθαρή μορφή λόγου.

Η φιλοσοφία της ραδιοφωνικής μας ταυτότητας συνδέει τη μεταφυσική του λόγου με τη μουσική του περάσματος – από τον Ρομαντισμό στη νεωτερικότητα, από τον άνθρωπο στον Θεό.

Γιατί, τελικά, για ό,τι δεν μπορούμε να μιλάμε… πρέπει να ερμηνεύουμε.

© Yiannis Panagiotakis