Η έννοια του «μη Θεού» στη σκέψη του Καρλ Μπαρτ (Karl Barth)
Η θεολογική σκέψη του Καρλ Μπαρτ (Karl Barth) αποτελεί μία από τις σημαντικότερες τομές στη θεολογία του 20ού αιώνα, καθώς σηματοδότησε τη ριζική ρήξη με τον φιλελεύθερο προτεσταντισμό και την ανάδυση της διαλεκτικής θεολογίας. Ο Μπαρτ, επηρεασμένος τόσο από την κλασική θεολογία όσο και από την κρίση του ανθρωποκεντρικού ορθολογισμού που επήλθε μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εισήγαγε μια αποκαλυπτική θεώρηση της σχέσης Θεού και ανθρώπου, όπου ο Θεός καθίσταται ο ριζικά άλλος και ακατάληπτος εκτός της αυτοαποκάλυψής του.
Στο πλαίσιο αυτό, η έννοια του «μη Θεού» (Nicht-Gott) εμφανίζεται ως ένας βασικός άξονας στην κριτική του προς κάθε μορφή θεολογικού ή θρησκευτικού ανθρωποκεντρισμού. Ο «μη Θεός» δεν είναι απλώς η απουσία του Θεού ούτε μια αθεϊστική θέση, αλλά μια θεολογική πλάνη που αναδύεται όταν ο άνθρωπος επιχειρεί να προσδιορίσει τον Θεό με όρους που απορρέουν από τη δική του πεπερασμένη ύπαρξη.
Η θεμελιώδης διάκριση μεταξύ Θεού και ανθρώπου
Ο πυρήνας της μπαρτιανής θεολογίας έγκειται στη ριζική διάκριση ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο, μια διάκριση που απορρίπτει κάθε μορφή φυσικής θεολογίας και οποιαδήποτε απόπειρα θεμελίωσης της γνώσης του Θεού στη μεταφυσική ή στην εμπειρική πραγματικότητα. Ο Θεός είναι ο «Απόλυτα Άλλος» (der ganz Andere), ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε και από τον φιλοσοφικό υπαρξισμό, αλλά στον Μπαρτ αποκτά αυστηρά θεολογική σημασία: ο Θεός δεν είναι προσιτός στον άνθρωπο μέσω της λογικής, της εμπειρίας ή της ηθικής αναζήτησης.
Η έννοια του «μη Θεού» αναδύεται ως συνέπεια αυτής της διάκρισης. Όταν ο άνθρωπος επιχειρεί να γεφυρώσει το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ δημιουργού και δημιουργήματος μέσω φιλοσοφικών, ηθικών ή θρησκευτικών συστημάτων, στην πραγματικότητα δεν οδηγείται στον Θεό, αλλά σε μια ανθρωποκατασκευασμένη θεότητα, έναν «μη Θεό». Η μεταφυσική του ιδεαλισμού, η ηθική θρησκεία του Καντ και η εμπειρική θεολογία του φιλελευθερισμού αποτελούν, κατά τον Μπαρτ, τέτοιες μορφές πλάνης, στις οποίες το ανθρώπινο στοιχείο προβάλλεται στη θέση του θείου.
Ο «μη Θεός» ως προϊόν θρησκευτικού και φιλοσοφικού ανθρωποκεντρισμού
Για τον Μπαρτ, κάθε ανθρωποκεντρική θρησκεία είναι εκ φύσεως ειδωλολατρική. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τις παγανιστικές παραδόσεις ή τις αρχαίες θρησκείες, αλλά και για τις εκκοσμικευμένες μορφές χριστιανισμού που βασίζονται στην αυτονομία του ανθρώπινου πνεύματος. Στον τόμο “Die kirchliche Dogmatik” (Εκκλησιαστική Δογματική), ο Μπαρτ υποστηρίζει ότι η αμαρτία του ανθρώπου δεν συνίσταται μόνο στην ηθική του ανεπάρκεια, αλλά πρωτίστως στην αλαζονική του επιδίωξη να καταστήσει τον Θεό αντικείμενο κατανόησης και ελέγχου.
Αυτός ο «μη Θεός» εκδηλώνεται σε τρεις κύριες μορφές:
Ο Θεός της μεταφυσικής – Η θεολογική παράδοση του 19ου αιώνα, από τον Χέγκελ έως τον Σλάιερμαχερ, επιχείρησε να ερμηνεύσει τον Θεό ως την υπέρτατη αρχή της πραγματικότητας, διαμεσολαβημένη από τον ανθρώπινο στοχασμό. Ο Θεός εδώ δεν είναι πλέον το υπερβατικό υποκείμενο που αποκαλύπτεται, αλλά μια έννοια που ενσωματώνεται στην κοσμική εξέλιξη.
Ο ηθικός Θεός – Ο Θεός της θρησκευτικής ηθικής, όπως παρουσιάστηκε ιδιαίτερα στον Καντ, δεν είναι παρά μια λειτουργική αναγκαιότητα που εξασφαλίζει την ηθική τάξη του κόσμου. Αυτή η μορφή «μη Θεού» είναι επικίνδυνη, καθώς μετατρέπει τον Θεό σε εγγυητή των ανθρώπινων αξιών, αντί να αφήνει την αποκάλυψή του να μεταμορφώνει ριζικά την ύπαρξη του ανθρώπου.
Ο Θεός της θρησκευτικής εμπειρίας – Ο Θεός που γίνεται αντικείμενο βιωματικής πρόσβασης, είτε μέσω μυστικιστικών είτε μέσω πνευματικών πρακτικών, συνιστά έναν ακόμη «μη Θεό», καθώς περιορίζει το θείο στη σφαίρα της ανθρώπινης υποκειμενικότητας.
Ο «μη Θεός» ως άρνηση της θείας αποκάλυψης
Αυτό που καθιστά την έννοια του «μη Θεού» τόσο κρίσιμη στη σκέψη του Μπαρτ είναι ότι δεν πρόκειται απλώς για μια αφηρημένη κριτική του φιλοσοφικού θεϊσμού, αλλά για μια θεμελιώδη απόρριψη κάθε θεολογίας που δεν στηρίζεται στην αυτοαποκάλυψη του Θεού στον Χριστό. Ο Θεός δεν είναι προσιτός δια της φυσικής λογικής, ούτε δια της ιστορικής ή θρησκευτικής εμπειρίας· αντιθέτως, γίνεται γνωστός μόνο μέσω της ενανθρώπησης και της δια του Λόγου αποκάλυψης.
Η παρουσία του Θεού στην ιστορία είναι δυνατή μόνο ως πράξη χάριτος, όχι ως αναγκαία επέκταση της κοσμικής πραγματικότητας. Επομένως, κάθε προσπάθεια του ανθρώπου να ορίσει τον Θεό εκτός της αποκάλυψής του είναι μια πτώση στον «μη Θεό», μια οντολογική και γνωσιολογική αποξένωση από την αλήθεια του Θεού.
Η έννοια του «μη Θεού» στη σκέψη του Καρλ Μπαρτ αποτελεί μια από τις πιο αυστηρές θεολογικές κριτικές στον μοντέρνο ανθρωποκεντρισμό και τις θρησκευτικές του εκφάνσεις. Ο άνθρωπος, στη φυσική του κατάσταση, τείνει να κατασκευάζει θεότητες που αντανακλούν τις δικές του ανάγκες, φόβους και επιδιώξεις. Αυτός ο «μη Θεός» δεν είναι απλώς ένα ψευδές είδωλο, αλλά μια ενεργή άρνηση της αποκάλυψης του Θεού.
Μόνο μέσω της χάριτος και της αυτοαποκάλυψης του Θεού στον Χριστό μπορεί ο άνθρωπος να εξέλθει από αυτή την πλάνη και να εισέλθει στη γνώση του αληθινού Θεού. Οτιδήποτε λιγότερο από αυτό, είναι θεολογία του «μη Θεού».